Ένα «κλασικό» επιχείρημα όσων διαφωνούν με τους βίγκαν είναι ότι και τα φυτά αισθάνονται — και, μάλιστα, πόνο. Συνεπώς, είτε τρως ζώα, είτε τρως φυτά, είσαι μακελάρης και δεν υπάρχει καμιά ηθική διαφορά μεταξύ ενός χορτοφάγου κι ενός παμφάγου!

Άραγε όσοι το υποστηρίζουν αυτό, αν δουν κάποιον να κόβει το λαρύγγι σε δέκα σκύλους και έναν άλλον να κουρεύει το γκαζόν, δεν θα εντοπίσουν καμιά ηθική διαφορά μεταξύ των δύο συμπεριφορών; Θα τους χαρακτηρίσουν και τους δύο μακελάρηδες ή θα πουν και για τους δύο ότι δεν έκαναν κάτι κακό;

Ή, για να το θέσουμε αλλιώς: ας υποθέσουμε ότι έχετε μπροστά σας μια γλάστρα με ένα μαρούλι και ένα κουταβάκι. Και σας δίνει κάποιος ένα μαχαίρι και σας απειλεί ότι αν δεν μαχαιρώσετε ένα από τα δύο, θα σας σκοτώσει. Ποιο θα μαχαιρώσετε; Μάλλον το μαρούλι… Γιατί καταλαβαίνετε πολύ καλά ότι αλλιώς ζει/υποφέρει/πεθαίνει ένα μαρούλι και αλλιώς ένα πλάσμα όπως το κουτάβι ή ένα αρνάκι.

Η αλήθεια είναι ότι για να υποφέρει κάποιο ον, πρέπει να διαθέτει λειτουργικό κεντρικό νευρικό σύστημα (ΚΝΣ) κι ενεργούς αλγοϋποδοχείς (αισθητήρες που αντιδρούν στον πόνο). Αυτό δεν αποτελεί αυθαίρετο συμπέρασμα, αλλά δεδομένο της βιολογικής επιστήμης.

Παραδείγματος χάριν, προκειμένου να έχει κάποιος την αίσθηση της όρασης, θα πρέπει να διαθέτει φωτοευαίσθητα κύτταρα, οπτικούς νευρώνες κι ένα κέντρο επεξεργασίας των οπτικών ερεθισμάτων. Όπως, λοιπόν, δεν μπορεί κάποιος να δει αν δεν διαθέτει φωτοευαίσθητα κύτταρα και οπτικό νεύρο, έτσι ακριβώς δεν μπορεί και να υποφέρει αν δεν διαθέτει κεντρικό νευρικό σύστημα και αλγοϋποδοχείς.

Το ότι ένας οργανισμός αντιδρά σε εξωτερικά ερεθίσματα (όπως τα φυτά) δεν σημαίνει απαραίτητα ότι υποφέρει. Μην ξεχειλώνουμε τις έννοιες επειδή έτσι μας βολεύει. Αν κάτι δεν αλληλεπιδρά με το περιβάλλον του δεν μπορεί να θεωρηθεί ζωντανός οργανισμός. Ακόμη και ένας ιός αλληλεπιδρά με το περιβάλλον. Τι πάει να πει αυτό; Ότι αισθάνεται πόνο και φόβο;

Το συγκεκριμένο ερώτημα έχει ήδη απαντηθεί κατηγορηματικά και με σαφήνεια από τον καταξιωμένο βιολόγο, ερευνητή και συγγραφέα Daniel Chamovitz, κοσμήτορα Επιστημών της Ζωής στο Πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ: «Τα φυτά δεν είναι ενσυνείδητα. Όταν κόβουμε ένα φύλλο, υποθέτουμε ότι το φυτό υποφέρει. Αλλά αυτό αποτελεί ερμηνεία του τι συμβαίνει μέσω του δικού μας ανθρωπομορφισμού… Τα φυτά δεν έχουν αλγοϋποδοχείς, έχουν υποδοχείς πίεσης που τους επιτρέπουν να αντιλαμβάνονται πότε τα αγγίζουν ή τα κουνούν -τους λεγόμενους “μηχανοϋποδοχείς”. Είναι ένα συγκεκριμένο είδος νευρικών κυττάρων… Μπορείτε σίγουρα να σκοτώσετε ένα φυτό, αλλά δεν το νοιάζει»(Πηγή: https://www.vice.com/en_us/article/xd74nd/we-asked-a-botanist-how-sure-science-is-that-plants-cant-feel-pain-302).

Στο ίδιο πνεύμα κινείται και ο ακαδημαϊκός και συγγραφέας R.T. Carroll:

«Τα ζώα είναι ενσυνείδητα, τα φυτά δεν είναι. Δηλαδή, τα ζώα μπορούν να αισθανθούν πόνο, χαρά και διάφορα συναισθήματα. Ένας εγκέφαλος και νευρικό σύστημα είναι απαραίτητα για την συνειδητότητα ενώ, αντίθετα, τα φυτά δεν έχουν εγκέφαλο ή νευρικό σύστημα. Τα φυτά αντιδρούν σε φυσικά και χημικά ερεθίσματα, αλλά δεν υπάρχει καμία βάση στον ισχυρισμό ότι έχουν επίγνωση των αντιδράσεων αυτών, ώστε να έχουν συνείδηση του εαυτού τους ή να είναι συνειδητά όντα. Τα φυτά έχουν DNA κι έχουν εξελιχθεί μέσω της φυσικής και της τεχνητής επιλογής. Κάποιες προσαρμογές των φυτών μπορεί να φαίνονται “έξυπνες”, αλλά το να αποκαλεί κάποιος τα φυτά ευφυή ή να ισχυρίζεται ότι υπάρχει μια “νευροβιολογία των φυτών”, σημαίνει ότι μιλάει μεταφορικά κι ότι αυτό δεν είναι παρά ένα τέχνασμα που στοχεύει στο να τραβήξει την προσοχή και ίσως και κάποια επιχορήγηση» (Πηγή: http://skepdic.com/plants.html).

Για να αντιληφθούμε καλύτερα το τι ακριβώς σημαίνει η ύπαρξη και ομαλή λειτουργία του ΚΝΣ για έναν ζωντανό οργανισμό, μπορούμε να αναλογιστούμε την περίπτωση ενός ανθρώπου που είναι εγκεφαλικά νεκρός.

Ακόμη και σε αυτή την κατάσταση, υπάρχει κάποιου είδους μηχανική αλληλεπίδραση με το περιβάλλον (φερ’ ειπείν, αν κάνει πολύ ζέστη, ο άνθρωπος αυτός θα ιδρώσει, αντιδρώντας στο συγκεκριμένο εξωτερικό ερέθισμα). Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι θα πονέσει αν τον τσιμπήσουμε ή ότι θα τρομοκρατηθεί αν τον πλησιάσουμε με ένα μαχαίρι.

Επίσης, ας σκεφτούμε, με βάση αυτή την περίπτωση, ποια θα είναι η πιθανή αντίδρασή μας στο εξής υποθετικό σενάριο: Ας πούμε ότι καίγεται ένα κτήριο και μέσα έχουν εγκλωβιστεί κάποιος τραυματισμένος που δεν μπορεί να βγει και ένας εγκεφαλικά νεκρός ασθενής για τον οποίο γνωρίζουμε ότι δεν υπάρχει καμιά απολύτως πιθανότητα να επανέλθει. Ας υποθέσουμε επίσης ότι μπορούμε να σώσουμε μόνο τον έναν από τους δύο. Ποιον θα επιλέγαμε;

Οι περισσότεροι από εμάς θα επιλέγαμε τον τραυματία. Ο λόγος είναι ότι παρόλο που κάθε ζωή είναι πολύτιμη, αντιλαμβανόμαστε ότι το «λιγότερο κακό» είναι να χάσει τη ζωή του κάποιος που δεν έχει επαφή με το περιβάλλον και, επομένως, δεν θα υποφέρει.

Φυσικά, σε καμία περίπτωση δεν επιχειρούμε να συγκρίνουμε, και πολύ περισσότερο, να ταυτίσουμε τους ανθρώπους με τα φυτά. Απλώς θέλουμε να δείξουμε ότι ακόμη και όταν πρόκειται για ανθρώπους, δίνουμε περισσότερο βάρος σε κάποιον που νιώθει, πονάει, υποφέρει, φοβάται απ’ ό,τι σε κάποιον που δεν είναι εκ των πραγμάτων σε θέση να βιώσει τέτοιου είδους συναισθήματα.

Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο οι βίγκαν επιλέγουμε τα φυτά για να τραφούμε και όχι τα ζώα. Εφόσον είμαστε αναγκασμένοι να αφαιρέσουμε ζωές για να επιβιώσουμε, προσπαθούμε να το κάνουμε προκαλώντας το μικρότερο δυνατό πόνο. Δεδομένου ότι είμαστε κι εμείς σε αυτόν τον πλανήτη, έχουμε προφανώς το δικαίωμα να ζήσουμε∙ όπως δεν μπορεί να κατηγορήσει κανείς ένα λιοντάρι που αφαιρεί ζωές για να επιβιώσει, έτσι δεν μπορεί κανείς να κατηγορήσει και έναν βίγκαν που τρώει φυτά για τον ίδιο σκοπό.

Αντιθέτως, μπορεί κάποιος να κατηγορήσει έναν παμφάγο για την ηθική του, και αυτό διότι, ενώ έχει άλλες επιλογές, προτιμά να συμμετέχει στη συστηματική κακοποίηση και θανάτωση αισθανόμενων όντων «επειδή του αρέσει το κρέας».

Ακόμη όμως και αν δεχτούμε ότι το να θανατώνεις φυτά είναι εξίσου κακό με το να θανατώνεις ζώα, όταν τρώει κανείς κρέας είναι υπεύθυνος για πολλούς περισσότερους θανάτους φυτών απ’ ό,τι αν έτρωγε εξαρχής τα φυτά. Και αυτό γιατί είναι υπεύθυνος τόσο για τον θάνατο του ζώου που τρώει, όσο και για τον θάνατο των χιλιάδων φυτών με τα οποία χρειάστηκε να τραφεί το ζώο μέχρι να πάει στο σφαγείο.

Σε κάθε περίπτωση, καλό είναι να θυμόμαστε ότι τα δημητριακά και τα όσπρια δεν τα σκοτώνουμε για να τα φάμε. Τα φυτά από τα οποία προέρχονται έχουν ολοκληρώσει τον κύκλο της ζωής τους όταν κάνουμε τη συγκομιδή. Ούτε βέβαια πεθαίνει η μηλιά όταν κόβουμε το μήλο, ούτε η ντοματιά όταν παίρνουμε τις ντομάτες.

Και για να μην κοροϊδευόμαστε∙ κάποιος «ανησυχεί» για τα φυτά που πονάνε μόνο όταν συζητάει με έναν βίγκαν. Ακριβώς επειδή δεν έχει ουσιαστικά επιχειρήματα, ξαφνικά αρχίζει να υποστηρίζει σθεναρά ότι τα φυτά υποφέρουν. Κι έτσι προσπαθεί να πείσει τον εαυτό του ότι είναι λογικό να ταυτίσουμε το να φάει κάποιος ένα μήλο, με το να αρπάξει ένα μωρό που θηλάζει από τη μητέρα του και να το σφάξει επειδή του αρέσει το κρέας.

Αν σου άρεσε αυτό το άρθρο κάνε κλικ εδώ και μοιράσου το με τους φίλους σου! Αν σου άρεσε αυτό το άρθρο κάνε κλικ εδώ και μοιράσου το με τους φίλους σου!

Σχόλια